Η Κυριακή της Μεγάλης Εβδομάδας ονομάζεται έτσι, γιατί
"μετά Βαΐων και κλάδων" έγινε η υποδοχή του Χριστού στα Ιεροσόλυμα. Ο Χριστός
μπαίνει στην πόλη χωρίς την βασιλική πολυτέλεια, καθισμένος επί πώλου όνου, αντί
για ροδοπέταλα και τελετές, τα μικρά παιδιά κουνούν τα βάγια των φοινίκων, αντί
να τον υποδεχτούν οι πολιτικοί και θρησκευτικοί ηγέτες του
τόπου.
Χαρακτηριστικό έθιμο της ημέρας είναι ο στολισμός των εκκλησιών με
βάγια, ενώ μετά τη λειτουργία ο παπάς ευλογεί και δίνει στους πιστούς σταυρούς
από βάγια, τους οποίους βάζουμε στα εικονίσματα ή όπου αλλού χρειαζόμαστε
προστασία.
Την Κυριακή των Βαΐων είναι έθιμο να τρώμε ψάρι.
Ο Χριστός εισέρχεται στα Ιεροσόλυμα «επί πώλον όνου».
Πορεύεται και οι Ισραηλίτες τον υποδέχονται με τιμές ως Βασιλιά. Εκείνος δεν
δίνει ιδιαίτερη σημασία στις τιμές, δεν περιορίζεται στο πανηγύρι, στην
πρόσκαιρη δόξα, αλλά προχωρεί στο σταυρό και την Ανάσταση.Την Κυριακή των Βαΐων είναι έθιμο να τρώμε ψάρι.
Η είσοδος του Χριστού στα Ιεροσόλυμα είναι τελικά η
είσοδος του μαρτυρίου στην επίγεια ζωή του Κυρίου. Σε λίγες ημέρες θα μαρτυρήσει
και θα θανατωθεί στο σταυρό, για να θανατώσει το θάνατο και να χαρίσει τη
ζωή.
Περιμένουμε και εμείς το Χριστό να
περάσει...
Φοράμε καινούρια ρούχα, ανάβουμε κεριά, κάνουμε γιορτές,
συγκινούμαστε, ενθουσιαζόμαστε. Αλλά δεν τον ακολουθούμε. Παραμένουμε στις
εξωτερικές εκδηλώσεις. Μένουμε στην Κυριακή των Βαΐων. Δεν τον ακολουθούμε στο
μαρτύριο, στη θυσία, στο σταυρό.
Η πορεία του ανθρώπου στο μαρτύριο είναι ήσυχη, μυστική.
Βιώνει τη χαρά της προσμονής και της συνάντησης με το Χριστό, μα δεν έχει σχέση
η χαρά αυτή με τις εξωτερικές εκδηλώσεις που συνηθίζουμε. Είναι και αυτές
απαραίτητες αλλά δεν είναι μόνο αυτές.
Αν πράγματι θέλουμε να πλησιάσουμε τον Χριστό, πρέπει να
έχουμε διάθεση να βρεθούμε κοντά Του τη στιγμή της δόξας Του, να Τον
ακολουθήσουμε, να μην Τον χάσουμε ούτε στιγμή από τα μάτια μας. Γιατί τελικά η
θέληση μας λείπει, για όλα τα άλλα φροντίζει Αυτός. Τότε μόνο θα μπορέσουμε να
κατανοήσουμε ότι ο σταυρός και η Ανάσταση είναι πραγματικότητα για όλους τους
ανθρώπους.
ΕΘΙΜΑ
Την Κυριακή των Βαΐων, σε ανάμνηση της
θριαμβευτικής εισόδου του Χριστού στα Ιεροσόλυμα, όλοι οι ναοί στολίζονται με
κλαδιά από βάγια, από φοίνικες δηλαδή ή από άλλα νικητήρια φυτά, όπως δάφνη,
ιτιά, μυρτιά και ελιά.Μετά τη λειτουργία μοιράζονται στους πιστούς. Η εκκλησία μας καθιέρωσε ήδη από τον 9ο αιώνα το έθιμο αυτό μια και όπως αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης «όχλος πολύς...έλαβον τα βαΐα των φοινίκων και εξήλθον εις υπάντησιν αυτώ».
Στα πρώτα χριστιανικά χρόνια, στα Ιεροσόλυμα, ο επίσκοπος έμπαινε στην πόλη «επί πώλου όνου», αναπαριστάνοντας το γεγονός, ενώ στα βυζαντικά γινόνταν «ο περίπατος του αυτοκράτορα», από το Παλάτι προς τη Μεγάλη Εκκλησία. Στη διαδρομή αυτή ο αυτοκράτορας μοίραζε στον κόσμο βάγια και σταυρούς και ο Πατριάρχης σταυρούς και κεριά. Με τα βάγια οι πιστοί στόλιζαν τους τοίχους των σπιτιών και το εικονοστάσι τους.
Και σήμερα ακόμα όλες οι εκκλησίες στολίζονται με δαφνόφυλλα ή βάγια. Τα παλιότερα χρόνια τους τα προμήθευαν τα νιόπαντρα ζευγάρια της χρονιάς ή και μόνο οι νιόπαντρες γυναίκες, για το καλό του γάμου τους. Πίστευαν πως η γονιμοποιός δύναμη που κρύβουν τα φυτά αυτά θα μεταφερόταν και στις ίδιες και η μια χτυπούσε την άλλη με τα βάγια. Τα “βαγιοχτυπήματα” σιγά-σιγά άρχισαν να γίνονται και από τις άλλες γυναίκες και τα παιδιά τις μιμούνταν και όπως χτυπιούνταν μεταξύ τους εύχονταν: “Και του χρόνου, να μη σε πιάν’ η μυίγα”.
Δυνάμεις ιαματικές και αποτρεπτικές, μαζί με τις γονιμοποιές, αποδίδονταν στα βάγια και γι αυτό έπρεπε μετά την εκκλησία όλα να τα “βατσάσουν” για το καλό. Τα δέντρα, τα περβόλια, τα κλήματα, τις στάνες, τα ζώα, τους μύλους, τις βάρκες. Από ένα κλαδάκι κρεμούσαν στα οπωροφόρα, για να καρπίζουν και στα κηπευτικά, για να μην τα πιάνει το σκουλήκι.
“Μέσα βάγια και χαρές,
όξω ψύλλοι, κόριζες !”
‘Ολα εξαφανίζονταν από τα σπίτια μόλις μπαίναν τα βάγια. Κρατούσαν την πρώτη θέση στο εικονοστάσι και μ’ αυτά “κάπνιζαν” οι γυναίκες τα παιδιά για το “κακό το μάτι”.
Στη Λέσβο τα παιδιά, μετά την εκκλησία, στόλιζαν ένα δεμάτι από κλαδιά δάφνης με κόκκινα ή πράσινα πανάκια από καινούργιο φουστάνι, κρεμούσαν κι ένα κουδούνι και καθώς πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι ψάλλοντας και λέγοντας εξορκισμούς για τους ψύλλους και τα ποντίκια, έδιναν και ένα κλαράκι δάφνης στη νοικοκυρά. Στο τέλος ζητούσαν και το χάρισμά τους: “Χρόνια πολλά, εν ονόματι Κυρίου, δό μ’ τ’ αυγό να φύγω.”
Στην Ανατολική Ρωμυλία, τα κορίτσια έφτιαχναν με τα βάγια στεφάνια, τους έδεναν μια κόκκινη κλωστή και τραγουδώντας όλες μαζί πήγαιναν και τα πέταγαν στο ρέμα κι όπως έπαιρνε τα στεφάνια το νερό, όποιας πήγαινε μπροστά εκείνη θα γινόταν “συντέκνησσα”. Πρώτη στο γυρισμό, πρώτη στο χορό και στο δικό της σπίτι η μάνα της θα έφτιαχνε τα φασόλια και θα τις φίλευε όλες, μαζί με ελιές.
Στη Τήνο, την Κυριακή των Βαΐων, τα παιδιά τριγύριζαν στους δρόμους κρατώντας μαζί με το στεφάνι τους την “αργινάρα”, μια ξύλινη ή και σιδερένια ροκάνα που τη στριφογύριζαν με δύναμη. Μέσα σε εκκωφαντικό θόρυβο κατέληγαν στη θάλασσα, όπου πετούσαν στο στεφάνι στο νερό.
Το έθιμο της περιφοράς των κλαδιών θυμίζει την “ειρεσιώνη”, το στολισμένο με καρπούς κλαδί, που στις γιορτές της άνοιξης περιέφεραν στους δρόμους τα παιδιά, στην αρχαιότητα. Τα βάγια τα έπλεκαν σε πάρα πολλά σχέδια: φεγγάρια, πλοία, γαϊδουράκια, το πιο συνηθισμένο όμως ήταν ο σταυρός. Σε μερικά μέρη τους έδιναν το σχήμα του ψαριού. Ψάρι είχαν σαν σημάδι αναγνώρισης οι πρώτοι χριστιανοί, η λέξη ΙΧΘΥΣ, εξάλλου, προέρχεται από τα αρχικά Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ.
Αν και είναι εκόμα σαρακοστή, η εκκλησία την Κυριακή των Βαϊων επιτρέπει το ψάρι. Έτσι και το τραγούδι των παιδιών λέει:
“Βάγια, Βάγια των βαγιών,
τρώνε ψάρι και κολιό,
κι ως την άλλη Κυριακή
με το κόκκινο αυγό ! ”
Αναγράφει το <<Ωρολόγιο>>: <<Πέντε μέρες προ του Νομικού Πάσχα, ερχόμενος ο Ιησούς από τη Βηθανία στα Ιεροσόλυμα, έστειλε δύο από τους μαθητές του και του έφεραν ένα ονάριο και αφού κάθισε πάνω του εισερχόταν στη πόλη. Ο λαός μόλις άκουσε ότι έρχεται ο Ιησούς (είχαν μάθει και τα περί αναστάσεως του Λαζάρου) έλαβαν στα χέρια τους βάϊα από φοίνικες και πήγαν να τον προϋπαντήσουν. Άλλοι με τα ρούχα τους, άλλοι έκοβαν κλαδιά από τα δένδρα και τα έστρωναν στο δρόμο όπου διερχόταν ο Κύριος και τον ακολουθούσαν. Ακόμα και τα νήπια τον προϋπάντησαν και όλοι μαζί φώναζαν: <<Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ο βασιλεύς του Ισραήλ>> (Ιωαν.ιε΄).
Αυτή τη λαμπρή και ένδοξο πανήγυρη της εισόδου στα Ιεροσόλυμα του Κυρίου εορτάζομε αυτή τη Κυριακή.
Σήμαιναν δε τα βάϊα, οι κλάδοι των φοινίκων, τη κατά του διαβόλου και του θανάτου νίκη του Χριστού. Το δε Ωσαννά ερμηνεύεται σώσον παρακαλώ. Το δε πωλάριο της όνου και το κάθισμα του Ιησού πάνω του, ζώου ακάθαρτου κατά τον νόμο τους, σήμαινε τη πρώην ακαθαρσία και αγριότητα των εθνών και την μετά από λίγο υποταγή αυτών στο άγιο Ευαγγέλιο.
Η Εκκλησία μας ψάλλει:
Αφού ταφήκαμε μαζί με Σε, Χριστέ και Θεέ μας, δια του βαπτίσματός μας (το οποίο είναι τύπος του θανάτου Σου και της ταφής Σου), αξιωθήκαμε δια της αναστάσεώς Σου να εισέλθωμε στην αθάνατο ζωή της Βασιλείας Σου. Γι' αυτό υμνούντές Σε, κράζομε: Βοήθησέ μας και σώσε μας, Συ, που ως Θεός κατοικείς στα ύψιστα μέρη του Ουρανού. Άς είσαι ευλογημένος Συ, που έρχεσαι απεσταλμένος από τον Κύριο!
Το διαβάσαμε από το: Κυριακή των Βαΐων σήμερα: Μήνυμα και έθιμα http://thesecretrealtruth.blogspot.com/2011/04/blog-post_4413.html#ixzz2RfMexL2S
ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΩΝ ΒΑΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ.
Από
την Κυριακή των Βαΐων αρχίζει ουσιαστικά η Μεγάλη Εβδομάδα ή Εβδομάδα των Παθών.
Κατά την σημερινή ημέρα εορτάζεται η ανάμνηση της θριαμβευτικής εισόδου του
Ιησού Χριστού στα Ιεροσόλυμα όπου, κατά τους Άγιους Ευαγγελιστές, οι Ιουδαίοι
Τον υποδέχθηκαν κρατώντας βάια ή βάγια (κλάδους φοινίκων) και απλώνοντας στο
έδαφος τα φορέματά τους ζητωκραύγαζαν «Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν
ονόματι Κυρίου».
Ήθη και Έθιμα
Σε ανάμνηση της θριαμβευτικής εισόδου του Χριστού στα Ιεροσόλυμα, όλοι οι Ναοί στολίζονται με κλαδιά από βάγια, από φοίνικες δηλαδή ή από άλλα νικητήρια φυτά, όπως δάφνη, ιτιά, μυρτιά και ελιά.
Μετά τη Λειτουργία μοιράζονται στους πιστούς. Στις φωτό από την Εκκλησία της Παναγίας στο Ναύπλιο όπου από νωρίς του Σαββάτου του Λαζάρου κυρίως γυναίκες ετοιμάζουν τα βάγια μέσα σε καλάθια για να είναι έτοιμα την Κυριακή.
Η Εκκλησία μας καθιέρωσε ήδη από τον 9ο αιώνα το έθιμο αυτό μια και όπως αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης «όχλος πολύς…έλαβον τα βαΐα των φοινίκων και εξήλθον εις υπάντησιν αυτώ».
Σημειώνεται ότι στις πρώτες Εκκλησίες εορτάζονταν η μνήμη αυτή με αναπαράσταση του γεγονότος. Συγκεκριμένα στους Αγίους Τόπους κατά τον 4ο αιώνα ο Επίσκοπος ξεκινώντας με πομπή από το Όρος των Ελαιών εισέρχονταν στα Ιεροσόλυμα επί «πώλου όνου» περιστοιχιζόμενος από τον κλήρο ενώ οι πιστοί προπορεύονταν κρατώντας κλάδους φοινίκων.
Στους βυζαντινούς χρόνους τελούνταν ο λεγόμενος «περίπατος του Αυτοκράτορα» όπου η πομπή ξεκινούσε από τα ανάκτορα στην οποία συμμετείχε ο αυτοκράτορας κρατώντας την Εικόνα του Χριστού πλαισιωμένος από το ιερατείο όπου και κατέληγε στην Αγιά Σοφιά. Της αυτοκρατορικής αυτής πομπής προηγούνταν ο λαμπαδάριος ο οποίος έψελνε «Εξέλθατε έθνη και θεώσασθε σήμερον τον βασιλέα των ουρανών…».
Σύμφωνα με την μαρτυρία του Βαλσαμώνα στο τέλος της Εορτής ο μεν Αυτοκράτορας διένειμε ιδιόχειρα βάγια και Σταυρούς, ο δε Πατριάρχης κεριά για την Μεγάλη Εβδομάδα.
Τα «βαγιοχτυπήματα»
Τα παλιότερα χρόνια τους τα προμήθευαν τα νιόπαντρα ζευγάρια της χρονιάς ή και μόνο οι νιόπαντρες γυναίκες, για το καλό του γάμου τους. Πίστευαν πως η γονιμοποιός δύναμη που κρύβουν τα φυτά αυτά θα μεταφερόταν και στις ίδιες και η μια χτυπούσε την άλλη με τα βάγια. Τα «βαγιοχτυπήματα» σιγά-σιγά άρχισαν να γίνονται και από τις άλλες γυναίκες και τα παιδιά τις μιμούνταν και όπως χτυπιούνταν μεταξύ τους εύχονταν: «Και του χρόνου, να μη σε πιάν’ η μυίγα».
Κατά την λειτουργική τελετουργία, την Κυριακή των Βαΐων τελείται η Θεία Λειτουργία του Χρυσοστόμου.
Στην Θράκη, την Κυριακή των Βαΐων συνηθίζονται τα «βαγιοχτυπήματα». Οι γυναίκες χτυπούν με βάγια τις έγκυες, ώστε να είναι ανώδυνος για αυτές ο τοκετός. Σε πολλά χωριά επίσης, τα κορίτσια έκαναν στεφάνια από τα βάγια που τους έδινε ο παππάς στην εκκλησία και τα έριχναν στο ρέμα. Η κάτοχος του στεφανιού που θα έφτανε πρώτο στη ρεματιά, φιλοξενούσε τις υπόλοιπες στο σπίτι της, όπου διασκέδαζαν χορεύοντας και τραγουδώντας.
Οι Βάγιες στην Κάπη της Λέσβου.
Ένα σπάνιο και μοναδικό σε όλη την Ελλάδα έθιμο που πραγματοποιείται το Σάββατο του Λαζάρου και την Κυριακή των Βαΐων.
Με την είσοδο στο τριώδιο τα παιδιά των δύο μεγάλων τάξεων του Δημοτικού Σχολείου χωρίζονται σε δύο ομάδες. Με κοινή συναίνεση ο πιο καλός και άξιος μαθητής μπαίνει αρχηγός της ομάδας και οι δύο ομάδες στην συνέχεια μοιράζονται το χωρίο. (μισό χωρίο η μία και μισό χωρίο η άλλη ομάδα)
Τα χαράματα του Σαββάτου του Λαζάρου τα αγόρια των δύο ομάδων ξεκινούν με γαϊδουράκια σε χωράφια του χωριού μας όπου υπάρχουν πολλές βάγιες. Εκεί αφού κόψουν πολλά κλαριά τα φορτώνουν στα συμπαθέστατα τετράποδα και τραγουδώντας γίνεται η είσοδος στο χωριό και στην εκκλησία πράγμα που συμβολίζει την είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα.
Στην Εκκλησία του χωριού δένονται πολλά κλαδιά μαζί σε σχήμα κυπαρισσιού και στην συνέχεια στολίζονται με τα βαλάντια δηλ. κορδέλες και κουρέλια που φέρνουν στην εκκλησία οι κοπέλες των δύο ομάδων. Τα βαλάντια συμβολίζουν τα ενδύματα που έστρωναν οι πιστοί στον Χριστό κατά την είσοδο στα Ιεροσόλυμα.
Η κάθε ομάδα παίρνει την βάγια της και την βάζει μέσα στον Ιερό Ναό. Πάνω στις Βάγιες τοποθετούνται ξύλινοι μικροί σταυροί που δίνονται στα νιόπαντρα ζευγάρια του χωριού.
Με την αύριο, ανήμερα των Βαΐων και μετά το τέλος της θείας λειτουργίας οι βάγιες βγαίνουν στο προαύλιο της εκκλησίας όπου θα τραγουδηθούν από τα μέλη των ομάδων με τον ύμνο «σήμερον έρχεται ο Χριστός..» το τραγούδι αυτό δεν υπάρχει στην υμνολογία της εκκλησίας καθώς όπως λέγεται είναι τοπικός ύμνος. Αποτελείται από 20 και πλέον στοίχους που ψάλλονται εναλλάξ από τις δύο ομάδες και εξιστορεί το χρονικό της ανάστασης του Λαζάρου.
Στην συνέχεια η κάθε ομάδα φορτώνεται την βάγια της και ξεκινά για το γύρισμα του χωριού. Η βάγια σταματάει στις πόρτες όλων των σπιτιών του χωριού και τα παιδιά ψάλλουν την καινήν Ανάσταση. Οι νοικοκυραίοι στο άκουσμα του ύμνου εξέρχονται του σπιτιού, κόβουν από την βάγια ένα κλώνο και ένα κομμάτι κορδέλα (την οποία τοποθετούν στο εικονοστάσι) δίνουν στα παιδιά τον όβολό και απαραίτητα αυγά τα οποία μαζεύουν τα παιδιά μέσα στα καλάθια τους.
Στα σπίτια που έχουν νιόπαντρους δίνεται ο μικρός ξύλινος σταυρός που έχει φτιαχτεί από τα παιδιά. Ο σταυρός είναι σύμβολό δύναμης και δίνει στους νιόπαντρους δύναμη ώστε να παρευρεθούν στον δρόμο του νέου τους βίου.
Αφού οι βάγιες περάσουν από όλα τα σπίτια του χωριού στην συνέχεια καταλήγουν στους φούρνους του χωριού όπου θα γίνουν το άγιο καύσιμο για το ψήσιμο του ψωμιού της Λαμπριάτικης κουλούρας.
Στο τέλος οι δύο ομάδες ανταμώνουν σε προκαθορισμένο μέρος, ενώνουν τις εισπράξεις και τα αυγά και αφού τα μοιράσουν επακριβώς εύχονται ο ένας στον άλλο καλή ανάσταση και αποχωρούν χαρούμενοι που οι ίδιοι έγιναν προάγγελοι του μηνύματος της αναστάσεως του Χριστού.
Ένα έθιμο που μας έρχεται από την Αλησμόνητη Πατρίδα Ίμβρο, και αναβίωνε κάθε χρόνο την Κυριακή των Βαΐων.
Την Κυριακή τω Βαγιώ, όλοι έβγαιναν απ' την εκκλησιά με μια αγκαλιά βάγια. Χαιρετούσαν ο ένας τον άλλο, χτυπώντας ελαφρά την πλάτη με τα πράσινα κλαδιά, και εύχονταν: " Και του χρόνου και καλό Πάσχα". Μετά τον χαιρετισμό, οι πρώτοι που δέχονταν την χαρά του "Ωσαννά" ήταν οι νεκροί. Όλοι επισκέπτονταν τους τάφους των δικών τους και άφηναν επάνω στο "σταυρό" ή την "ταφόπλακα" ένα κλαδί βάγιας.
Στο σπίτι έκαναν ένα σταυρό με βάγια και τον κάρφωναν στο ανώφλι της πόρτας. Εκεί θα έμενε όλο το χρόνο φυλαχτό από το κακό μάτι και την κακιά ώρα. Ένα κλαδί κρέμαζαν επίσης στην πόρτα του στάβλου, της μάντρας, του κήπου.
Kούνιες
Δεν ήταν νοητό να υπάρξει Κυριακή των Βαίων δίχως τις κούνιες. Σε κάθε γειτονιά, όπου υπήρχε μεγάλο δένδρο στήνονταν μια κούνια. Σε ένα γερό κλώνο περνούσαν ένα μακρύ σχοινί και μέ διάφορους τρόπους έφτιαχναν μια κούνια.
Κάθιζαν με τη σειρά ο ένας μετά τον άλλον. Προηγούντο τα κορίτσια και τ' αγόρια έκαναν το χρέος του καβαλιέρου. Στις κούνιες που έκαναν τα παιδιά γινόταν πόλεμος. Ποιος θα ανέβει, πόση ώρα θα καθίσει.
Τα παλιά χρόνια τω Βαγιώ οι δάσκαλοι και οι παπάδες έστελναν τα παιδιά του σχολείου στο χωριό να μαζέψουν αυγά για το Πάσχα. Τα παιδιά έπαιρναν ένα ραβδί που τό έλεγαν "ρουμάνι', στην κορυφή του έδεναν βάγιες ( μυρσίνες), ένα κουδούνι και κόκκινες μεταξωτές κλωστές. Μαζί τους είχαν και ένα καλάθι για να βάζουν τα αυγά.
Όταν έρχονταν σε κάθε σπίτι, στέκονταν μπροστά στην πόρτα και ανεβοκατεβάζοντας το ραβδί για να χτυπά το κουδούνι τραγουδούσαν ένα τραγούδι για να τους δώσει η νοικοκυρά αυγά. Έτσι με αυτά και με αυτά ξεκινούσε η Μεγάλη Εβδομάδα.
Κέρκυρα.
Η λιτανεία της Κυριακή των Βαΐων τελείται σε ανάμνηση της απαλλαγής του νησιού από την Πανώλη, (θανατικό) από την οποία κινδύνευσε ο πληθυσμός του νησιού, που η φθοροποιός νόσος καταμάστιζε τα νησιά του Ιονίου και την Ιταλία, από την οποία και μεταδόθηκε ο βάκιλος της Πανώλης τον Οκτώβριο του 1629 μ.Χ. Μετά από πάνδημη δέηση στην έκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος ο λοιμός σταμάτησε όταν φως σαν λυχνάρι ξεπρόβαλε πάνω από το καμπαναριό του Αγ. Σπυρίδωνος.
Έτσι, η ημέρα των Βαΐων που έπαυσε ολοσχερώς η νόσος, καθιερώθηκε μετά από αίτηση των συνδικων (εγχώρια αρχή) και θεσπίσματος του Βενετού Βάϊλου Ιωάννη Πριούλη στις 21 Ιουνίου 1630 μ.Χ. , σαν ημέρα λιτάνευσης του Ιερού λειψάνου.
Αμυγδαλιές Γρεβενών.
Λαζαρίνα
Το Σάββατο του Λαζάρου (το διάστημα που λειτουργούσαν τα σχολεία το Σάββατο, το έθιμο αυτό γινόταν την Κυριακή των Βαΐων), μετά τη λειτουργία, όλα τα παιδιά κατά ομάδες ξεκινούσαν να τραγουδήσουν σ’ όλα τα σπίτια του χωριoύ «τη Λαζαρίνα». Στα χέρια ένα απ’ τα παιδιά κρατούσε ένα ξύλινο χελιδόνι (χελιδόνα). Όλα τα παιδιά κρατούσαν καλαθάκια στολισμένα. Μέσα εκεί θα μάζευαν τα αυγά που θα τους έδιναν οι νοικοκυρές.
Όλοι μαζί τραγουδούσαν:
Ήρθε ο Λάζαρος ήρθαν τα Βάια
Ήρθε κι ο Υιός της Βηθανίας
Ο αφέντης μας της Μακαρίας
Που ήσουν Λάζαρε, που ήσουν κρυμμένος
Μέσ’ τη γη βαθιά χωμένος.
Και το στόμα μου πικρό φαρμάκι
Δώστε μου λίγο νεράκι
Να ξεπλύνω το φαρμάκι
Της καρδιάς και των χειλέων ( γενναίων)
Και μη με ρωτάτε πλέον ( έχω βάσανα και κλαίω)
Τι είδες Λάζαρε, τι είδες
Εις τον Άδη όπου πήγες;
Είδα φόβους , είδα τρόμους
Είδα βάσανα και πόνους
Και μια δραχμή στη χελιδόνα
Για να ζήσει το χειμώνα
Λαζαρίνα κουκουτίνα
Βάλε αυγό στην καλαθίνα
Να το φάει η Λαζαρίνα
Την ημέρα την Τετάρτη
Κίνησε ο Χριστός για να ’ρθει
Εις την πόλη Βηθανία
Κλαίει η Μάρθα κι η Μαρία
Κλαίγανε τον αδερφό τους
Τον καλό το Λάζαρό τους
Αν ερχόσουνα Χριστέ μας
Δεν θα πέθαιν’ ο αδερφός μας
Και ο φίλος ο δικός σας.
Ήρθε ο Λάζαρος, ήρθαν τα Βάια
Οι πιο μικροί τραγουδούσαν το:
Ήρθε ο Λάζαρος, ήρθαν τα Βάια
Ήρθε η Κυριακή που τρών’ τα ψάρια.
Ξύπνα Λάζαρε και μην κοιμάσαι
Ήρθε η μάνα σου απ’ το παζάρι (από την πόλη)
Σου ‘φερε χαρτί και καλαμάρι (κομπολόι)
Οι κοτούλες σας αυγά γεννάνε
Κι οι φωλίτσες τους δεν τα χωράνε
Δώστε μας και μας να τα χαρούμε
Και του χρόνου πάλι να τα πούμε.
ή
Ήρθε ο Λάζαρος, ήρθαν τα Βάια
Ήρθε η Κυριακή που τρών’ τα ψάρια.
Ξύπνα Λάζαρε και μην κοιμάσαι
ήρθε η μάνα σου απ’ το παζάρι (από την πόλη)
σου ‘φερε χαρτί και καλαμάρι (κομπολόι)
Λαζαρίνα κουκουτίνα
Βάλε αυγό στην καλαθίνα
Να το φάει η Λαζαρίνα
Και μια δραχμή στη χελιδόνα
Για να ζήσει το χειμώνα.
Η Κυριακή των Βαΐων ήταν μεγάλη γιορτή για το χωριό. Όλοι πήγαιναν στην εκκλησία. Στο τέλος της λειτουργίας ο παπάς μοίραζε τα βάγια. Επίσης την Κυριακή των Βαΐων τέλειωναν και οι γυναίκες τις «περδίκες», (σ’ άσπρα άβραστα αυγά, με κοντύλι που έσταζε ζεστό κερί, ζωγράφιζαν διάφορες παραστάσεις και κεντίδια. Το κερί με το βράσιμο και το βάψιμο έλειωνε και έμεναν άσπρα τα σχέδια πάνω στο κόκκινο αυγό. Ακόμα και σήμερα σε όλα τα σπίτια του χωριού φτιάχνουν «περδίκες».
ΕΘΙΜΑ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΜΑΧΟΥΣ ΠΕΛΛΑΣ


Ήθη και Έθιμα
Σε ανάμνηση της θριαμβευτικής εισόδου του Χριστού στα Ιεροσόλυμα, όλοι οι Ναοί στολίζονται με κλαδιά από βάγια, από φοίνικες δηλαδή ή από άλλα νικητήρια φυτά, όπως δάφνη, ιτιά, μυρτιά και ελιά.
Μετά τη Λειτουργία μοιράζονται στους πιστούς. Στις φωτό από την Εκκλησία της Παναγίας στο Ναύπλιο όπου από νωρίς του Σαββάτου του Λαζάρου κυρίως γυναίκες ετοιμάζουν τα βάγια μέσα σε καλάθια για να είναι έτοιμα την Κυριακή.
Η Εκκλησία μας καθιέρωσε ήδη από τον 9ο αιώνα το έθιμο αυτό μια και όπως αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης «όχλος πολύς…έλαβον τα βαΐα των φοινίκων και εξήλθον εις υπάντησιν αυτώ».
Σημειώνεται ότι στις πρώτες Εκκλησίες εορτάζονταν η μνήμη αυτή με αναπαράσταση του γεγονότος. Συγκεκριμένα στους Αγίους Τόπους κατά τον 4ο αιώνα ο Επίσκοπος ξεκινώντας με πομπή από το Όρος των Ελαιών εισέρχονταν στα Ιεροσόλυμα επί «πώλου όνου» περιστοιχιζόμενος από τον κλήρο ενώ οι πιστοί προπορεύονταν κρατώντας κλάδους φοινίκων.
Στους βυζαντινούς χρόνους τελούνταν ο λεγόμενος «περίπατος του Αυτοκράτορα» όπου η πομπή ξεκινούσε από τα ανάκτορα στην οποία συμμετείχε ο αυτοκράτορας κρατώντας την Εικόνα του Χριστού πλαισιωμένος από το ιερατείο όπου και κατέληγε στην Αγιά Σοφιά. Της αυτοκρατορικής αυτής πομπής προηγούνταν ο λαμπαδάριος ο οποίος έψελνε «Εξέλθατε έθνη και θεώσασθε σήμερον τον βασιλέα των ουρανών…».
Σύμφωνα με την μαρτυρία του Βαλσαμώνα στο τέλος της Εορτής ο μεν Αυτοκράτορας διένειμε ιδιόχειρα βάγια και Σταυρούς, ο δε Πατριάρχης κεριά για την Μεγάλη Εβδομάδα.
Τα «βαγιοχτυπήματα»
Τα παλιότερα χρόνια τους τα προμήθευαν τα νιόπαντρα ζευγάρια της χρονιάς ή και μόνο οι νιόπαντρες γυναίκες, για το καλό του γάμου τους. Πίστευαν πως η γονιμοποιός δύναμη που κρύβουν τα φυτά αυτά θα μεταφερόταν και στις ίδιες και η μια χτυπούσε την άλλη με τα βάγια. Τα «βαγιοχτυπήματα» σιγά-σιγά άρχισαν να γίνονται και από τις άλλες γυναίκες και τα παιδιά τις μιμούνταν και όπως χτυπιούνταν μεταξύ τους εύχονταν: «Και του χρόνου, να μη σε πιάν’ η μυίγα».
Κατά την λειτουργική τελετουργία, την Κυριακή των Βαΐων τελείται η Θεία Λειτουργία του Χρυσοστόμου.
Στην Θράκη, την Κυριακή των Βαΐων συνηθίζονται τα «βαγιοχτυπήματα». Οι γυναίκες χτυπούν με βάγια τις έγκυες, ώστε να είναι ανώδυνος για αυτές ο τοκετός. Σε πολλά χωριά επίσης, τα κορίτσια έκαναν στεφάνια από τα βάγια που τους έδινε ο παππάς στην εκκλησία και τα έριχναν στο ρέμα. Η κάτοχος του στεφανιού που θα έφτανε πρώτο στη ρεματιά, φιλοξενούσε τις υπόλοιπες στο σπίτι της, όπου διασκέδαζαν χορεύοντας και τραγουδώντας.
Οι Βάγιες στην Κάπη της Λέσβου.
Ένα σπάνιο και μοναδικό σε όλη την Ελλάδα έθιμο που πραγματοποιείται το Σάββατο του Λαζάρου και την Κυριακή των Βαΐων.
Με την είσοδο στο τριώδιο τα παιδιά των δύο μεγάλων τάξεων του Δημοτικού Σχολείου χωρίζονται σε δύο ομάδες. Με κοινή συναίνεση ο πιο καλός και άξιος μαθητής μπαίνει αρχηγός της ομάδας και οι δύο ομάδες στην συνέχεια μοιράζονται το χωρίο. (μισό χωρίο η μία και μισό χωρίο η άλλη ομάδα)
Τα χαράματα του Σαββάτου του Λαζάρου τα αγόρια των δύο ομάδων ξεκινούν με γαϊδουράκια σε χωράφια του χωριού μας όπου υπάρχουν πολλές βάγιες. Εκεί αφού κόψουν πολλά κλαριά τα φορτώνουν στα συμπαθέστατα τετράποδα και τραγουδώντας γίνεται η είσοδος στο χωριό και στην εκκλησία πράγμα που συμβολίζει την είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα.
Στην Εκκλησία του χωριού δένονται πολλά κλαδιά μαζί σε σχήμα κυπαρισσιού και στην συνέχεια στολίζονται με τα βαλάντια δηλ. κορδέλες και κουρέλια που φέρνουν στην εκκλησία οι κοπέλες των δύο ομάδων. Τα βαλάντια συμβολίζουν τα ενδύματα που έστρωναν οι πιστοί στον Χριστό κατά την είσοδο στα Ιεροσόλυμα.
Η κάθε ομάδα παίρνει την βάγια της και την βάζει μέσα στον Ιερό Ναό. Πάνω στις Βάγιες τοποθετούνται ξύλινοι μικροί σταυροί που δίνονται στα νιόπαντρα ζευγάρια του χωριού.
Με την αύριο, ανήμερα των Βαΐων και μετά το τέλος της θείας λειτουργίας οι βάγιες βγαίνουν στο προαύλιο της εκκλησίας όπου θα τραγουδηθούν από τα μέλη των ομάδων με τον ύμνο «σήμερον έρχεται ο Χριστός..» το τραγούδι αυτό δεν υπάρχει στην υμνολογία της εκκλησίας καθώς όπως λέγεται είναι τοπικός ύμνος. Αποτελείται από 20 και πλέον στοίχους που ψάλλονται εναλλάξ από τις δύο ομάδες και εξιστορεί το χρονικό της ανάστασης του Λαζάρου.
Στην συνέχεια η κάθε ομάδα φορτώνεται την βάγια της και ξεκινά για το γύρισμα του χωριού. Η βάγια σταματάει στις πόρτες όλων των σπιτιών του χωριού και τα παιδιά ψάλλουν την καινήν Ανάσταση. Οι νοικοκυραίοι στο άκουσμα του ύμνου εξέρχονται του σπιτιού, κόβουν από την βάγια ένα κλώνο και ένα κομμάτι κορδέλα (την οποία τοποθετούν στο εικονοστάσι) δίνουν στα παιδιά τον όβολό και απαραίτητα αυγά τα οποία μαζεύουν τα παιδιά μέσα στα καλάθια τους.
Στα σπίτια που έχουν νιόπαντρους δίνεται ο μικρός ξύλινος σταυρός που έχει φτιαχτεί από τα παιδιά. Ο σταυρός είναι σύμβολό δύναμης και δίνει στους νιόπαντρους δύναμη ώστε να παρευρεθούν στον δρόμο του νέου τους βίου.
Αφού οι βάγιες περάσουν από όλα τα σπίτια του χωριού στην συνέχεια καταλήγουν στους φούρνους του χωριού όπου θα γίνουν το άγιο καύσιμο για το ψήσιμο του ψωμιού της Λαμπριάτικης κουλούρας.
Στο τέλος οι δύο ομάδες ανταμώνουν σε προκαθορισμένο μέρος, ενώνουν τις εισπράξεις και τα αυγά και αφού τα μοιράσουν επακριβώς εύχονται ο ένας στον άλλο καλή ανάσταση και αποχωρούν χαρούμενοι που οι ίδιοι έγιναν προάγγελοι του μηνύματος της αναστάσεως του Χριστού.
Ένα έθιμο που μας έρχεται από την Αλησμόνητη Πατρίδα Ίμβρο, και αναβίωνε κάθε χρόνο την Κυριακή των Βαΐων.
Την Κυριακή τω Βαγιώ, όλοι έβγαιναν απ' την εκκλησιά με μια αγκαλιά βάγια. Χαιρετούσαν ο ένας τον άλλο, χτυπώντας ελαφρά την πλάτη με τα πράσινα κλαδιά, και εύχονταν: " Και του χρόνου και καλό Πάσχα". Μετά τον χαιρετισμό, οι πρώτοι που δέχονταν την χαρά του "Ωσαννά" ήταν οι νεκροί. Όλοι επισκέπτονταν τους τάφους των δικών τους και άφηναν επάνω στο "σταυρό" ή την "ταφόπλακα" ένα κλαδί βάγιας.
Στο σπίτι έκαναν ένα σταυρό με βάγια και τον κάρφωναν στο ανώφλι της πόρτας. Εκεί θα έμενε όλο το χρόνο φυλαχτό από το κακό μάτι και την κακιά ώρα. Ένα κλαδί κρέμαζαν επίσης στην πόρτα του στάβλου, της μάντρας, του κήπου.
Kούνιες
Δεν ήταν νοητό να υπάρξει Κυριακή των Βαίων δίχως τις κούνιες. Σε κάθε γειτονιά, όπου υπήρχε μεγάλο δένδρο στήνονταν μια κούνια. Σε ένα γερό κλώνο περνούσαν ένα μακρύ σχοινί και μέ διάφορους τρόπους έφτιαχναν μια κούνια.
Κάθιζαν με τη σειρά ο ένας μετά τον άλλον. Προηγούντο τα κορίτσια και τ' αγόρια έκαναν το χρέος του καβαλιέρου. Στις κούνιες που έκαναν τα παιδιά γινόταν πόλεμος. Ποιος θα ανέβει, πόση ώρα θα καθίσει.
Τα παλιά χρόνια τω Βαγιώ οι δάσκαλοι και οι παπάδες έστελναν τα παιδιά του σχολείου στο χωριό να μαζέψουν αυγά για το Πάσχα. Τα παιδιά έπαιρναν ένα ραβδί που τό έλεγαν "ρουμάνι', στην κορυφή του έδεναν βάγιες ( μυρσίνες), ένα κουδούνι και κόκκινες μεταξωτές κλωστές. Μαζί τους είχαν και ένα καλάθι για να βάζουν τα αυγά.
Όταν έρχονταν σε κάθε σπίτι, στέκονταν μπροστά στην πόρτα και ανεβοκατεβάζοντας το ραβδί για να χτυπά το κουδούνι τραγουδούσαν ένα τραγούδι για να τους δώσει η νοικοκυρά αυγά. Έτσι με αυτά και με αυτά ξεκινούσε η Μεγάλη Εβδομάδα.
Κέρκυρα.
Η λιτανεία της Κυριακή των Βαΐων τελείται σε ανάμνηση της απαλλαγής του νησιού από την Πανώλη, (θανατικό) από την οποία κινδύνευσε ο πληθυσμός του νησιού, που η φθοροποιός νόσος καταμάστιζε τα νησιά του Ιονίου και την Ιταλία, από την οποία και μεταδόθηκε ο βάκιλος της Πανώλης τον Οκτώβριο του 1629 μ.Χ. Μετά από πάνδημη δέηση στην έκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνος ο λοιμός σταμάτησε όταν φως σαν λυχνάρι ξεπρόβαλε πάνω από το καμπαναριό του Αγ. Σπυρίδωνος.
Έτσι, η ημέρα των Βαΐων που έπαυσε ολοσχερώς η νόσος, καθιερώθηκε μετά από αίτηση των συνδικων (εγχώρια αρχή) και θεσπίσματος του Βενετού Βάϊλου Ιωάννη Πριούλη στις 21 Ιουνίου 1630 μ.Χ. , σαν ημέρα λιτάνευσης του Ιερού λειψάνου.
Αμυγδαλιές Γρεβενών.
Λαζαρίνα
Το Σάββατο του Λαζάρου (το διάστημα που λειτουργούσαν τα σχολεία το Σάββατο, το έθιμο αυτό γινόταν την Κυριακή των Βαΐων), μετά τη λειτουργία, όλα τα παιδιά κατά ομάδες ξεκινούσαν να τραγουδήσουν σ’ όλα τα σπίτια του χωριoύ «τη Λαζαρίνα». Στα χέρια ένα απ’ τα παιδιά κρατούσε ένα ξύλινο χελιδόνι (χελιδόνα). Όλα τα παιδιά κρατούσαν καλαθάκια στολισμένα. Μέσα εκεί θα μάζευαν τα αυγά που θα τους έδιναν οι νοικοκυρές.
Όλοι μαζί τραγουδούσαν:
Ήρθε ο Λάζαρος ήρθαν τα Βάια
Ήρθε κι ο Υιός της Βηθανίας
Ο αφέντης μας της Μακαρίας
Που ήσουν Λάζαρε, που ήσουν κρυμμένος
Μέσ’ τη γη βαθιά χωμένος.
Και το στόμα μου πικρό φαρμάκι
Δώστε μου λίγο νεράκι
Να ξεπλύνω το φαρμάκι
Της καρδιάς και των χειλέων ( γενναίων)
Και μη με ρωτάτε πλέον ( έχω βάσανα και κλαίω)
Τι είδες Λάζαρε, τι είδες
Εις τον Άδη όπου πήγες;
Είδα φόβους , είδα τρόμους
Είδα βάσανα και πόνους
Και μια δραχμή στη χελιδόνα
Για να ζήσει το χειμώνα
Λαζαρίνα κουκουτίνα
Βάλε αυγό στην καλαθίνα
Να το φάει η Λαζαρίνα
Την ημέρα την Τετάρτη
Κίνησε ο Χριστός για να ’ρθει
Εις την πόλη Βηθανία
Κλαίει η Μάρθα κι η Μαρία
Κλαίγανε τον αδερφό τους
Τον καλό το Λάζαρό τους
Αν ερχόσουνα Χριστέ μας
Δεν θα πέθαιν’ ο αδερφός μας
Και ο φίλος ο δικός σας.
Ήρθε ο Λάζαρος, ήρθαν τα Βάια
Οι πιο μικροί τραγουδούσαν το:
Ήρθε ο Λάζαρος, ήρθαν τα Βάια
Ήρθε η Κυριακή που τρών’ τα ψάρια.
Ξύπνα Λάζαρε και μην κοιμάσαι
Ήρθε η μάνα σου απ’ το παζάρι (από την πόλη)
Σου ‘φερε χαρτί και καλαμάρι (κομπολόι)
Οι κοτούλες σας αυγά γεννάνε
Κι οι φωλίτσες τους δεν τα χωράνε
Δώστε μας και μας να τα χαρούμε
Και του χρόνου πάλι να τα πούμε.
ή
Ήρθε ο Λάζαρος, ήρθαν τα Βάια
Ήρθε η Κυριακή που τρών’ τα ψάρια.
Ξύπνα Λάζαρε και μην κοιμάσαι
ήρθε η μάνα σου απ’ το παζάρι (από την πόλη)
σου ‘φερε χαρτί και καλαμάρι (κομπολόι)
Λαζαρίνα κουκουτίνα
Βάλε αυγό στην καλαθίνα
Να το φάει η Λαζαρίνα
Και μια δραχμή στη χελιδόνα
Για να ζήσει το χειμώνα.
Η Κυριακή των Βαΐων ήταν μεγάλη γιορτή για το χωριό. Όλοι πήγαιναν στην εκκλησία. Στο τέλος της λειτουργίας ο παπάς μοίραζε τα βάγια. Επίσης την Κυριακή των Βαΐων τέλειωναν και οι γυναίκες τις «περδίκες», (σ’ άσπρα άβραστα αυγά, με κοντύλι που έσταζε ζεστό κερί, ζωγράφιζαν διάφορες παραστάσεις και κεντίδια. Το κερί με το βράσιμο και το βάψιμο έλειωνε και έμεναν άσπρα τα σχέδια πάνω στο κόκκινο αυγό. Ακόμα και σήμερα σε όλα τα σπίτια του χωριού φτιάχνουν «περδίκες».
ΕΘΙΜΑ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΜΑΧΟΥΣ ΠΕΛΛΑΣ
ΠΗΓΗ...http://agioritikovima.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου