Μυθολογία
Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, ο πρώτος οικιστής και ιδρυτής του νησιού ήταν ένα φερώνυμο πρόσωπο, ο Θάσος. "...Θάσος από Θάσου καλείτε, Ποσειδώνος υιού..."Ο Ηρόδοτος εξάλλου γράφει¨
«…από του Θάσου τούτου του Φοίνικος τούνομα έσχε…»
Ο Θάσος ήταν γιος ή εγγονός του Αγήνορα, του βασιλιά της Φοινίκης, και βρέθηκε στη Θάσο αναζητώντας την Ευρώπη που είχε απαχθεί από τον Δία, όταν ο τελευταίος την ερωτεύτηκε παράφορα. Οι Φοίνικες όμως δεν ανέχτηκαν την απαγωγή της Ευρώπης και οργάνωσαν μια εκστρατευτική αποστολή από πολλά πλοία με αρχηγό τον Κάδμο, αδερφό της Ευρώπης, και συναρχηγό τον Θάσο. προκειμένου να την εντοπίσουν και να την επαναφέρουν στην πατρίδα τους. Η «αναζήτηση» κράτησε αρκετά και στο τέλος η αποστολή χωρίστηκε στα δύο. το ένα μέρος με αρχηγό τον Κάδμο πήγε στη Βοιωτία και έχτισε στο εσωτερικό της τη Θήβα, ενώ το άλλο μέρος με αρχηγό τον Θάσο κατευθύνθηκε στη σημερινή Θάσο, όπου και εγκαταστάθηκε μόνιμα. Παράλληλα, την Ευρώπη αναζητούσαν και τα άλλα δύο αδέλφια, ο Φοίνικας και ο Κίλικας σε διαφορετικές όμως κατευθύνσεις.
Ένας άλλος μύθος, που φαίνεται ότι πλάστηκε από τους Πάριους μετά την εγκατάστασή τους στη νέα τους πατρίδα λέει πως ο Ηρακλής δώρισε τη Θάσο στον Σθένελο και τον Αλκαίο, τους γιους του βασιλιά της Πάρου Ανδρόγεω.
Πρώτος οικιστής πάντως της Θάσου ήταν ο Θάσος, από τον οποίο πήρε και το όνομα του το νησί. Όμως πέρα από αυτό, υπάρχουν και κάποιες άλλες απόψεις καταγεγραμμένες και εγκυρότερες ίσως, σχετικά με την προέλευση της ονομασίας του νησιού. Κάποιοι αρχαίοι ποιητές και συγγραφείς, αναφέρουν τη Θάσο ως «Ηερία» για τον δροσερό καλοκαιρινό της αέρα. «Αιθρία» για τον συνήθως αίθριο ουρανό της, «Χρύοη» για το χρυσάφι των μεταλλείων της, Ήδωνίς» από τους 'Ηδωνες θράκες και «Ακτή της Δήμητρας» για τους πλούσιους και εκλεκτούς καρπούς της. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, το όνομα της Θάσου σχετίζεται ετυμολογικά με τη λέξη Δάσος, εξαιτίας των πολλών δασών που είχε κατά την αρχαιότητα αλλά και σήμερα. Άλλοι τέλος, συνδυάζουν το όνομα του νησιού με καιρικά ονόματα όπως το Άσος, Κάσος, κ.ά.
Αρχαίοι χρόνοι
Επίσης, γνωρίζοντας τη ναυπηγική και τη ναυτιλία,
ναυπήγησαν πλοία και ξεκίνησαν ταξίδια στα κοντινά παράλια ενώ παράλληλα
καλλιεργούσαν τη γη και περιτείχισαν την πόλη. Για όλες αυτές τις
εργασίες έφτασαν Έλληνες και άλλα φύλα, που συγχρόνως έμαθαν από τους
Φοίνικες τη βιομηχανία και τη βιοτεχνία, το εμπόριο αλλά και γενικότερα
τον πολιτισμό τους. Με τον καιρό, επικράτησε το ελληνικό στοιχείο και οι
Φοίνικες αφομοιώθηκαν από τους περισσότερους και δυναμικότερους
Έλληνες. Η νέα αποικία έπαψε να έχει πολιτική εξάρτηση από τη μητρόπολη
Φοινίκη, ενώ σιγά σιγά οι κάτοικοι της περνούσαν στα απέναντι παράλια κι
άρχιζαν την εκμετάλλευση των μεταλλείων του Παγγαίου.
Σύμφωνα πάντως με τον Θουκυδίδη, τον πατέρα της
επιστημονικής συγγραφής της ιστορίας, οι πρώτοι άποικοι της Θάσου ήταν
οι Πάριοι με αρχηγό τονΤελεσικλή, ο οποίος ξεκίνησε την αποστολή έπειτα
από ένα χρησμό του Μαντείου των Δελφών που έλεγε
«Άγγειλον Παρίοις Τελεσίκλεες, ως σε κελεύω νήσω εν Ηερίη κτίζειν εύδείελον άστυ.»
Μετάφραση:
«Να πεις στους Παριανούς, Τελεσικλή, ότι σου παραγγέλνω να χτίσεις στο νησί Αέρια μια πόλη που να φαίνεται από παντού.»
Έτσι, ο Τελεσικλής, με τη συμμετοχή του γιου του, -κατά άλλους εγγονού του - ποιητή Αρχιλόχου, (μετάφραση της ποίησης του εδώ)
ανακάλυψε τη Θάσο και σ' αυτήν εγκατεστημένους τους Θράκες. Σύμφωνα μ'
αυτήν την άποψη, οι Φοίνικες δεν αποίκησαν συστηματικά το νησί, αλλά
εκμεταλλεύτηκαν τα μεταλλεία του και ίδρυσαν εμπορικούς σταθμούς. Ο
διωγμός των θρακικών φυλών ήταν δύσκολος, όμως ο Τελεσικλής κατάφερε να
ελέγξει τη Θάσο οικιστικά και εξουσιαστικά, για να ξεκινήσει έτσι τη
γρήγορη αναβάθμιση της και να την κάνει να είναι, με την πάροδο του
χρόνου, ένας από τους πιο πολιτισμένους και ανεπτυγμένους τόπους.
Λέγεται επίσης ότι οι Πάριοι ήταν αυτοί που επιτέθηκαν στους θράκες των
απέναντι ακτών. Στην πρώτη εκστρατεία νικήθηκαν, όμως στη δεύτερη όχι
μόνο τους νίκησαν αλλά και τους έδιωξαν, ενώ συγχρόνως βρήκαν και
εκμεταλλεύτηκαν τα μεταλλεία, που είχαν ανακαλύψει οι Φοίνικες στο
Παγγαίο. Επικρατέστερη άποψη πάντως στην επιστημονική κοινότητα είναι η
δεύτερη, που αναφέρεται στους Πάριους. Άλλωστε αυτοί ήταν που
εγκαταστάθηκαν στο νησί στις αρχές του 7ου αιώνα π.Χ., οπότε και αρχίζει
ουσιαστικά η ιστορία της Θάσου. Τα αρχαιολογικά ευρήματα είναι αυτά που
έρχονται να πιστοποιήσουν την ύπαρξη και την εξάπλωση των Παριών στα
απέναντι παράλια. Εκείνα τα χρόνια (του 7ου αιώνα) ιδρύθηκαν οι
εμπορικοί σταθμοί στη Γαληψό, Αισύμη, Μαρώνεια, Στρύμη και Νεάπολη, οι
περισσότεροι στην περιοχή του γειτονικού Παγγαίου.
Σ' αυτήν την εποχή ανήκει και η πιο αξιοθαύμαστη
καλλιτεχνική παραγωγή. Εξαιρετικά έργα μεταλλοτεχνίας, κεραμεικής,
μικροπλαστικής, γλυπτικής και αρχιτεκτονικής, βρέθηκαν στο έδαφος και το
υπέδαφος του νησιού. Η Θάσος είναι «ανοικτή» στις εξωτερικές επιδράσεις
και κάποια ευρήματα από χαλκό και ελεφαντόδοντο, μαρτυρούν σχέσεις με
τις Κυκλάδες, τη Ρόδο, την Ιωνία, την Κόρινθο και τον 6ο αιώνα με την
Αθήνα. Τα νομίσματα με τις παραστάσεις του Σάτυρου και της Νύμφης έχουν
μεγάλη διάδοση και δείχνουν την έκταση των εμπορικών σχέσεων καθώς και
την κατά περιόδους οικονομική ευρωστία της Θάσου. Οι δεσμοί της πόλης με
την Πάρο παραμένουν στενοί καθώς διατηρούνται το ημερολόγιο, οι
λατρείες, οι θεσμοί.
Στα τέλη τηςαρχαϊκήςεποχής μάλιστα, η πόλη είναι τόσο
πλούσια που χτίζει ένα τείχος μοναδικό για την εποχή του, από μάρμαρο
και σχιστόλιθο με ανάγλυφα στις πύλες και περίμετρο 4 χλμ. γύρω από τον
κατοικημένο χώρο. Οι ίδιοι οι Θάσιοι ήταν αυτοί που το 491 π.Χ., όταν ο
βασιλιάς της Περσίας Δαρείος και ο στρατηγός του Μαρδόνιος εισέβαλαν στη
Θράκη, αναγκάστηκαν να το γκρεμίσουν και να πληρώσουν φόρο υποτέλειας.
Μεταγενέστερα το τείχος επιδιορθώθηκε, κατά το 412-411 π.Χ., αλλά μέχρι
τότε ή πόλη ήταν σχεδόν ανοχύρωτη.
Όταν, το 480 με 478 απομακρύνθηκαν οι Πέρσες από το
Αιγαίο, η Θάσος ξαναβρέθηκε στο πλευρό των ελληνικών πόλεων. Τότε
ιδρύθηκε η Α' Αθηναϊκή Συμμαχία (478/477 π.Χ.) στην οποία προσχώρησε και
η Θάσος. Την άνοιξη του 477, οι Θάσιοι δίνουν τριάντα πλοία στη
λεγόμενη «Συμμαχία της Δήλου». Οι φιλοδοξίες όμως του Κίμωνα δεν αργούν
να απειλήσουν την υπεροχή της Θάσου έως και το Παγγαίο όρος, με την
εγκατάσταση αθηναίων αποίκων στις Εννέα Οδούς κοντά στις εκβολές του
Στρυμώνα, γύρω στο 465 π.Χ. Το επίνειο της Αμφίπολης, η Ήιών,
καταλήφθηκε από τους Αθηναίους. Οι Θάσιοι αποσύρθηκαν από την Αθηναϊκή
συμμαχία, εναντίον τους όμως στάλθηκε ο Κίμων, ο όποιος κυρίευσε την
πόλη και υποχρέωσε τους κατοίκους να κατεδαφίσουν τα τείχη, να
παραδώσουν τα πλοία τους, να παραιτηθούν από τις αποικίες τους και
επιπλέον να καταβάλλουν ετήσιο φόρο.
Στα πρώτα έτη του Πελοποννησιακού πολέμου οι Αθηναίοι
μετέτρεψαν τη Θάσο σε ορμητήριο για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις τους
στη Θράκη. Οι Θάσιοι το 411 π.Χ. αντέδρασαν και αποστάτησαν, ζητώντας
τη βοήθεια και την υποστήριξη της Σπάρτης.
Με το πέρασμα του χρόνου και όσο πιο πολύ
αποδυναμωνόταν η Θάσος, τόσο πιο απαιτητική γινόταν η Αθήνα. Όταν το 411
ξέσπασε η «στάση των τετρακοσίων», η ολιγαρχική μερίδα απέσπασε τη Θάσο
από την αθηναϊκή κυριαρχία. Τότε οι Θάσιοι οχύρωσαν την πόλη.
επισκεύασαν το στόλο τους και υποδέχτηκαν μια πελοποννησιακή μοίρα.
Έτσι, ξεκινά μια περίοδος δέκα τουλάχιστον χρόνων, κατά τη διάρκεια της
οποίας κινδυνεύει σοβαρά η Θάσος και η ευημερία της.
Λίγα έτη αργότερα (407) εξαναγκάσθηκαν από τους
Αθηναίους να αναγνωρίσουν και πάλι την αθηναϊκή ηγεμονία. Το 403 ο
Λύσανδρος κατέλαβε τη Θάσο και μεταχειρίσθηκε απάνθρωπα τους κατοίκους
της. Ωστόσο οι Αθηναίοι ανακατέλαβαν το νησί, επακολούθησαν όμως στάσεις
και εμφύλιοι σπαραγμοί.
Στις αρχές του 4ου αιώνα και έπειτα από πολλές
καταστροφές, η Θάσος προσπαθεί να σβήσει κάθε ίχνος παρεξήγησης με την
Νεάπολη των Δελφών και με τη μεσολάβηση της μητρόπολης της Πάρου. Η πόλη
αποκτά αρχιτεκτονικό και διοικητικό πλαίσιο, το τείχος συμπληρώνεται
και πάλι πίσω από το λιμάνι και το εσωτερικό του, και παράλληλα
διαρρυθμίζεται η αγορά, κέντρο της πολιτικής και εμπορικής ζωής.
Μετά την Άνταλκίδειο Ειρήνη (387 π.Χ.) η Θάσος
απέκτησε ξανά την αυτονομία της. Έπειτα από αυτές τις αλλαγές, η Θάσος
συνδέεται λίγο πιο στενά με την Πάρο και, μετά το 377 π.Χ.,
ενσωματώνεται στην Β’ Αθηναϊκή Συμμαχία. Μέσα από αυτήν, μονιμοποιεί την
επιρροή της στη στεριά, ενώ το 360 ο ρήτορας Καλλίστρατος, εξόριστος
από την Αθήνα, ιδρύει με τους Θάσιους τις Κρηνίδες κοντά στο Παγγαίο. Η
διασπορά των θασιακών νομισμάτων στη χερσόνησο του Αίμου δείχνει ποια
ήταν η οικονομική σημασία της πολιτείας την ελληνιστική εποχή. Η
οικονομική αυτή δύναμη, συμβαδίζει με μια σχετική πολιτική αυτονομίατην
οποία διατήρησε ως τη μάχη της Χαιρώνειας (338 π.Χ.), οπότε υποτάχθηκε
στον Φίλιππο Β' της Μακεδονίας.
Ρωμαϊκή περίοδος
Τα χρόνια που η Μακεδονία ήταν στην αφάνεια, η Θάσος επωφελείται και γίνεται ο αφοσιωμένος ακόλουθος της Ρώμης. Της έμεινε πιστή παρόλο που η συνέπεια ήταν να υποστεί μια σκληρή πολιορκία. Μετά τη νίκη της Ρώμης, η υιοθέτησε εχθρική στάση έναντι της Μακεδονίας. Το 80 π.Χ. εξάλλου, κέρδισε μια καλή ανταμοιβή, όταν ο Λεύκιος Σύλλας υποχρέωσε τη Σύγκλητο να πάρει μια απόφαση που έδινε στην πολιτεία προνόμια και ασυλία και της γύριζε πίσω τα εδάφη της στεριάς.
Η θέση της Θάσου λοιπόν
αποκαταστάθηκε, το εμπόριο της ήταν ιδιαίτερα ανθηρό και αρκετοί
πλούσιοι Θάσιοι άρχιζαν να παίζουν ενεργό ρόλο στην πολιτική ζωή της
περιοχής, κάνοντας τους διαμεσολαβητές ανάμεσα στους εγκατεστημένους στη
Θεσσαλονίκη άρχοντες και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Από αρχαιολογική
οικιστική άποψη, η περίοδος δεν παρουσιάζει μεγάλη δραστηριότητα και οι
πληροφορίες που έχουμε είναι λίγες. Στην αγορά χτίζεται η Λοξή Στοά (2ος
π.Χ. αιώνας) και εγκαθιδρύεται το μνημείο του Θεαγένη. Γενικά, η εικόνα
της πόλης δεν αντανακλά την εικόνα την οποία πιστεύεται ότι είχε η
Θάσος την περίοδο αυτή και έχει κανείς την εντύπωση ότι η υποχώρηση, που
είχε ήδη αρχίσει από τα μέσα του 3ου π.Χ. αιώνα, εντάθηκε περισσότερο.
Όσο η Θάσος βρισκόταν
υπό Ρωμαϊκή κατοχή, παρέμεινε ελεύθερη μόνο κατ' όνομα. Γι' αυτό και ο
Πλίνιος την αναφέρει ως ελευθέρα μέχρι την εποχή των Φλαβίων, οπότε ο
Βεσπασιανός (69-70 μ.Χ.) ένωσε τη Θάσο με την επαρχία της Θράκης, η
οποία αποτελεί από εδώ και στο εξής τμήμα της κοσμοκράτειρας Ρώμης.
Φαίνεται όμως ότι ενώ τα χρόνια αυτά έχασε την ελευθερία της, ανέκτησε
την παλιά της ευημερία και τον πλούτο, όπως μαρτυρούν και οι πλούσιοι
σαρκοφάγοι που σώζονται από την εποχή αυτή.
Στα τελευταία σκιρτήματα
της ρωμαϊκής δημοκρατίας, οι Θάσιοι δε μένουν αμέτοχοι. Στην τελική
αναμέτρηση των δημοκρατικών Βρούτου και Κάσιου με τους αντιπάλους τους
Αντώνιο και Οκτάβιο, που έγινε στους Φιλίππους, η Θάσος θέλοντας και μη
χρησιμοποιήθηκε ως βάση και κέντρο επισιτισμού από τους δημοκρατικούς.
Στη Θάσο μετέφερε ο Βρούτος τον Κάσσιο, που αυτοκτόνησε στην πρώτη αυτή
μάχη των Φιλίππων αποδίδοντας του τις τελευταίες τιμές. Εκεί επίσης,
μετά τη δεύτερη μάχη και το θάνατο του Βρούτου, κατέφυγαν εδώ πολλοί
επιφανείς Ρωμαίοι. Το φθινόπωρο του 42 π.Χ. πάντως, ο Αντώνιος, νικητής
πλέον, επέβαλε εναντίον της αντίποινα. Η δυσμένεια ευτυχώς δεν κράτησε
για πολύ, γιατί ο Αύγουστος και η οικογένεια του ξανάδωσαν στο νησί τα
παλιά του προνόμια, ωστόσο η πορεία και η εξέλιξη του θα είναι στο εξής
συνδεδεμένη με την ιστορία της Ρώμης και των αυτοκρατόρων της, πράγμα
που αντανακλάται στην κοινωνική του ζωή και στους θεσμούς.
Παράλληλα, συνεχίζεται η κοινωνική της
εξέλιξη κι ένας μικρός αριθμός οικογενειών κρατάει στα χέρια του τις
δουλειές και τα χρήματα, ενώ οι γυναίκες αναλαμβάνουν ιερατικές
λειτουργίες και ανακαινίζουν με έξοδα δικά τους τα ιερά. Στα χρόνια της
αυτοκρατορίας, η κυβέρνηση της Ρώμης δοκιμάζει να ανανεώσει την
αριστοκρατία και δημιουργεί μια νέα τάξη, τους «φίλους του Καίσαρος και
φίλους της πατρίδος», τίτλο που έχουν οι περισσότεροι επιφανείς Θάσιοι
από τον 1ο π.Χ. αι. Στα τέλη του 2ου μ.Χ. αι., συγκαταλέγεται στις αρχές
μια Γερουσία. Οι αρχιερείς του Αυγούστου ασχολούνται με κατασκευές,
προσφορές και παραστάσεις με σκοπό να επιδείξουν τα πλούτη τους. Φέρνουν
αγώνες μονομάχων, «κυνήγια» και ανακαινίζουν το θέατρο, στα μέσα του
2ου μ.Χ. αιώνα. Όταν στα χρόνια του Κλαύδιου, ιδρύεται η επαρχία της
Θράκης, η Θάσος επωφελείται και απαλλάσσεται από την υποχρέωση να
προμηθεύει στρατιώτες αλλά και από κάποιες αγγαρείες στο ηπειρωτικό
αυτοκρατορικό ταχυδρομείο.
Ως τον 4ο αιώνα μ.Χ. στα χρόνια του
Αδριανού, η Θάσος παραμένει γεμάτη ζωντάνια και βρίσκεται σε μεγάλη
άνθηση. Με τον ερχομό του Χριστιανισμού πολλαπλασιάζονται οι βασιλικές,
όπως και στους Φιλίππους, όπου ο Απόστολος Παύλος έκανε το πρώτο του
κήρυγμα σε ευρωπαϊκό έδαφος. Τέλος, στα βυζαντινά χρόνια, η Θάσος
γίνεται η έδρα της Επισκοπής. Ελληνιστική περίοδος
Με την είσοδο της Θάσου στην Β' Αθηναϊκή Συμμαχία μετά το 377 π.X., οι Θάσιοι χρησιμοποίησαν την υποστήριξη της Αθήνας, για να επεκτείνουν την επιρροή τους στην ηπειρωτική χώρα.
Το 357 π.Χ. ή το 340 π.Χ., ο Φίλιππος της Μακεδονίας επεκτείνεται στην περιοχή. Οι Θάσιοι θα διατηρήσουν υπό τη βασιλεία των Μακεδόνων μια κάποια αυτονομία. Από πολεοδομική άποψη, η επάνοδος της ευημερίας τον 4ο και 3ο π.Χ. αιώνα γίνεται φανερή με την επαναδιευθέτηση και τον επαναπροσανατολισμό της αγοράς, που κατέχει την πεδινή έκταση ανάμεσα στο λιμάνι και τις πρώτες πλαγιές του λόφου, πλαισιωμένη από τη μεγάλη αρτηρία, που οδηγεί από το Αρτεμίσιο στο Ηράκλειο. Τα ιερά επισκευάστηκαν και αναδιευθετήθηκαν (στο Αρτεμίσιο, στο ιερό του Εβραιοκάστρου, στο Ηράκλειο), ενώ εμφανίστηκαν άλλα καινούργια (το Ποσειδώνιο, το Διονύσιο) και στο τείχος κατασκευάστηκαν νέες πύλες και άλλες επιδιορθώθηκαν.Κατά τη διάρκεια του 4ου π.Χ. αιώνα, ευθυγραμμίστηκε το διατείχισμα, το οποίο χώριζε το λιμάνι από την πόλη, ενώ το τείχος ενισχύθηκε με πύργους στα μέσα του 3ου π.Χ αιώνα. Θεαματική είναι η ανάπτυξη των συνοικιών της πόλης, στη διάρκεια της περιόδου αυτής. Πράγματι τον 4ο π.Χ. αιώνα και στο πρώτο μισό του 3ου, παρατηρείται η μεγαλύτερη ανάπτυξη της οικοδομημένης επιφάνειας, με χώρους άνετους και καλά οργανωμένους.
Νεότερη εποχή
Οι Νεότουρκοι, μετά την ανακήρυξη του τουρκικού συντάγματος και όταν αντιβασιλέας της Αιγύπτου ήταν ο Αμπάς Χιλμή πασάς, κατήργησαν όλα τα προνόμια που απολάμβαναν οι κάτοικοι του νησιού ως τότε από τον Μωχάμεντ Αλή.
Η Θάσος παρέμεινε υπό τη διοίκηση του Αμπάς Χιλμή μέχρι τους Βαλκανικούς Πολέμους, οπότε και ελευθερώθηκε από τον ελληνικό στρατό και στόλο (8 Οκτωβρίου 1912). Από τότε αποτελεί μέρος της ελληνικής δημοκρατίας, γεγονός που απορρέει από την ισχύ της Συνθήκης του Βουκουρεστίου. Οι Τούρκοι όμως ανέκτησαν τη Θάσο το 1902 και μέχρι το 1912 βρισκόταν υπό την κυριαρχία τους. Στο διάστημα αυτό, δάσκαλοι, ιερείς των εκκλησιών και λόγιοι, καλλιέργησαν την εθνική συνείδηση των κατοίκων. Έτσι, ο Σεπτέμβριος του 1912 βρίσκει τους Έλληνες πατριωτικά, ψυχικά και πνευματικά έτοιμους να αγωνίζονται μαζί με τους Βούλγαρους και τους Σέρβους, για να αποτινάξουν το ζυγό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τα νησιά αλλά και τις περιοχές πάνω από τον Όλυμπο. Τον Ιούνιο του 1912, οι Βούλγαροι επιτέθηκαν κατά των Σέρβων στη Γευγελή και εναντίων των Ελλήνων στις ελεύθερες περιοχές, γεγονός που σήμανε και την έναρξη του Β' Βαλκανικού Πολέμου. Τότε, άρχισε και η δράση του ελληνικού στόλου στο Αιγαίο που οδήγησε τον Οκτώβριο του 1912 στην υπογραφή διαγγέλματος από τον ναύαρχο Κουντουριώτη. Στις 18 του ίδιου μήνα, τα αντιτορπιλικά του στόλου «Λόγχη» και «θύελλα», συνοδευόμενα από το οπλιταγωγό «Πέλου», κατέλαβαν τη Θάσο. Μετά από την απελευθέρωση του νησιού, διορίζεται προσωρινός διοικητής ο Κωνσταντίνος Μελάς, αδερφός του πασίγνωστου μακεδονομάχου Παύλου Μελά. Μάλιστα σε ένα γράμμα του προς την Πηνελόπη Δέλτα, αναφέρει πως η Θάσος είναι το ωραιότερο ελληνικό νησί· ένας παράδεισος με γνήσιους Έλληνες, αταλάντευτα πατριώτες κι ευαίσθητους ανθρώπους.
Αμέσως μετά την απελευθέρωση της Θάσου, στάλθηκε εκεί ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Γεώργιος Σωτηριάδης πρώτος έλληνας έφορος των αρχαιοτήτων και των χριστιανικών μνημείων του νησιού.
Όσον αφορά στην εποχή του μεσοπολέμου, τα πιο σημαντικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στο νησί ήταν η άφιξη των προσφύγων από τη Μικρά Ασία και τη Θράκη μετά την καταστροφή του 1922, καθώς και η απαλλοτρίωση, με πρωτοβουλία του βουλευτή Αυγούστου Θεολογίτη, ακίνητης περιουσίας των μοναστηριών του Αγίου Όρους, που μοιράστηκε στους κατοίκους του νησιού.
Στον Β' Παγκόσμιο πόλεμο ή Θάσος καταλήφθηκε, όπως και ή υπόλοιπη Ελλάδα, από τους Γερμανούς που την παραχώρησαν στη συνέχεια στους Βουλγάρους. Οι βουλγαρικές στρατιωτικές και πολιτικές αρχές κατοχής μεταχειρίσθηκαν σκληρά τον ελληνικό πληθυσμό. Απελευθερώθηκε το 1945.
Σήμερα πλέον, το νησί της Θάσου είναι ένας πανέμορφος τουριστικός τόπος. Η κατασκευή ξενοδοχείων και δρόμων, η γρήγορη εξυπηρέτηση με πλοία και δελφίνια, συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξη του νησιού. Σιγά-σιγά η Θάσος άρχισε να ανακτά την παλιά της αίγλη κι έγινε πάλι εκείνος ο πανέμορφος παράδεισος που περιέγραψε ο Κωνσταντίνος Μελάς και τόσοι και τόσοι άλλοι έλληνες και ξένοι λογοτέχνες, ποιητές, περιηγητές.
Βυζαντινή εποχή
Η διάδοση του χριστιανισμού έγινε γρήγορα, όμως το γεγονός άργησε να εκδηλωθεί, γιατί οι αρχές του νησιού φρόντιζαν με κάθε τρόπο να μη δυσαρεστούν τη Ρώμη, που η θρησκεία της ήταν η αυτοκρατορική λατρεία και η στάση της απέναντι στο χριστιανισμό εχθρική. Στους πρώτους αιώνες του Βυζαντίου, η Θάσος ευημερούσε και οι κάτοικοι της έκτισαν όμορφες εκκλησίες.
Τον ίδιο όμως αιώνα ξεκίνησαν και οι επιδρομές των κατακτητών του νησιού από εχθρούς που επέδραμαν από το βορρά, την ανατολή και τη δύση. Οι Αβάροι ήταν αυτοί που κατέλαβαν πρώτοι τη Θάσο, τα χρόνια της βασιλείας του Ιουστινιανού και παρέμειναν έως το 600 μΧ που το ανακατέλαβε ο Ηράκλειος. Το 765, σλάβοι πειρατές εισέβαλαν στο νησί κι έδιωξαν ένα μεγάλο μέρος των κατοίκων. Ο τότε αυτοκράτορας του Βυζαντίου Κωνσταντίνος ο Καπρώνυμος, γνωστός από την περίοδο της Εικονομαχίας, μη μπορώντας να ανακαταλάβει το νησί, ήρθε σε διαπραγματεύσεις μαζί τους. Το 904 οι Σαρακηνοί, έπειτα από την κατάληψη της Κρήτης και την καταστροφή της Θεσ/νίκης, έφτασαν και στη Θάσο. Ναυπήγησαν πλοία και κατασκεύασαν πολιορκητικές μηχανές, ενώ συγχρόνως λεηλάτησαν και μετέφεραν αρκετούς από τους κατοίκους στον Χάνδακα (Ηράκλειο) της Κρήτης και από εκεί τους πούλησαν για σκλάβους.
Το 961, η Θάσος ανήκει και πάλι στο βυζαντινό κράτος, στο θέμα της Θράκης, μέχρι το 1204. Εκείνη τη χρονιά, μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους, η Θάσος δόθηκε στον βενετό δόγη Ερρίκο Δάνδολο. Οι Βενετοί έκτισαν ανάκτορα στην ακρόπολη, διασκεύασαν το τείχος σύμφωνα με τις απαιτήσεις της εποχής και έκτισαν μεγάλους πύργους σε διάφορα σημεία της πόλης, ερείπια των οποίων σώζονται ως σήμερα.
Η Θάσος επανέρχεται για ακόμη μια φορά στο βυζαντινό κράτος το 1261, μετά την ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τον Μιχαήλ Παλαιολόγο. Το 1306, ο Τιδεδίας Ζαχαρίας είναι ο δυνάστης της Θάσου, ενώ στις αρχές του 13ου αιώνα, το νησί λεηλατείται από τους Ιππότες του Αγίου Ιωάννου και αργότερα από ενετούς, ισπανούς και άλλους επιδρομείς. Ο Ανδρόνικος ο Β' επιχείρησε το 1315 να αποσπάσει το νησί από τους Καταλανούς αλλά δυστυχώς η προσπάθεια του απέτυχε. Αφού έφτασε το τέλος της βυζαντινής εποχής και μέχρι το 1455μ.Χ., η Θάσος παρέμεινε υπό τους Κατελούζους ως τη στιγμή που την κατέλαβαν οι Τούρκοι.
Φραγκοκρατία - Ενετοκρατία
Στα 1306, ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου, Μιχαήλ Παλαιολόγος, παραχώρησε τη Θάσο στον τυχοδιώκτη γενοβέζο Φραντσίσκο Γκατελούζο. Τα χρόνια αυτά η Θάσος γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη και κυρίως στον τομέα του εμπορίου. Η οικογένεια των Γκατελούζο παρέμεινε στο νησί μέχρι το 1455 μ.Χ., που η Θάσος έπεσε στα χέρια των Τούρκων. Τον επόμενο αιώνα όλες τις εξελίξεις διέκρινε μια σχετική ηρεμία. Στο τέλος του 17ου αιώνα, η πειρατεία επιστρέφει, αυτή τη φορά όμως πιο έντονα. Σικελοί, Βενετοί, Γενοβέζοι, Σλάβοι, Καταλανοί, Ισπανοί αλλά ακόμη και Έλληνες πειρατές εισβάλλουν σε πόλεις και χωριά καταστρέφοντας και λεηλατώντας κόπους ετών.
Τουρκοκρατία
Η κατάληψη της Θάσου από τους Τούρκους έγινε το 1455,
δύο χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, όταν ο Μωάμεθ ο Β'
οργάνωσε εκστρατεία κατά της χερσονήσου του Αίνου, και συγχρόνως έστειλε
δέκα πλοία στη Θάσο, την Σαμοθράκη και την Ίμβρο.
Το γεγονός αυτό, οδήγησε τον Πάπα Κάλλιστο τον Γ’ σε
έκκληση για την οργάνωση μιας σταυροφορίας, που στόχο είχε να πάρει πίσω
τα νησιά, που είχαν περιέλθει στα χέρια του Σουλτάνου. Έτσι λοιπόν τα
καράβια της σταυροφορίας έφτασαν στη Θάσο και το 1457 οι Βενετοί
κατάφεραν έπειτα από στενή πολιορκία να καταλάβουν το νησί. Ο στόλος των
δυτικών όμως δεν ήταν αρκετός ώστε να κρατήσει μακριά τον Σουλτάνο, που
ανακατέλαβε τη Θάσο αλλά και τη Σαμοθράκη τον Οκτώβριο του 1459,
έχοντας ως επικεφαλής των δυνάμεων τον καπετάν πασά Ζαγκάν. Το γεγονός
αυτό ήταν καταστροφικό για τη Θάσο γιατί συγχρόνως, με διαταγή του
Μωάμεθ του Β', εκτοπίστηκαν οι περισσότεροι από τους κατοίκους στην
Κωνσταντινούπολη και το νησί έμεινε εντελώς έρημο.
Το 1460, η Θάσος παραχωρήθηκε στον Δημήτρη
Παλαιολόγο, ως 'ανταποδοτικό τέλος' κάποιας προδοσίας του, αλλά στο
τέλος του καλοκαιριού του 1466 το νησί γλίτωσε γιατί ο βενετός ναύαρχος
Καπέλο το κατέλαβε μαζί με τη Σαμοθράκη και την Ίμβρο. Παρ’ όλ' αυτά
όμως, η Θάσος έμελλε να ζήσει μεγαλύτερα δεινά, όταν στα τέλη του 17ου
και στις αρχές του 18ου αιώνα, η πειρατεία στο Αιγαίο ξαναφούντωσε. Οι
κάτοικοι για να προστατευθούν, αφήνουν τα παράλια και μεταφέρουν τα
χωριά στα ορεινά, σε περιοχές προστατευμένες φυσικά. Στην ακτή έμειναν
μόνο τα «βιγλαριά», οι αρχαίες δηλαδή φρυκτωρίες, για να φυλάνε και να
στέλνουν σήμα κινδύνου. Αξίζει να σημειώσουμε πως οι πειρατές ήταν
καθαρόαιμοι Ευρωπαίοι, ακόμη και Έλληνες (!), που η σκληρότητα τους ήταν
μεγαλύτερη και από αυτή των Σαρακηνών. θεωρούσαν πως το επάγγελμα τους
ήταν έντιμο και αξιοπρεπές γι' αυτό το δίδασκαν και στα παιδιά τους.
Είχαν σχέσεις και αλληλογραφία με υψηλά πρόσωπα και βασιλιάδες, τους
οποίους βοηθούσαν μάλιστα πολλές φορές στην οργάνωση των διακοπών τους
με το αζημίωτο φυσικά και από τις δύο πλευρές.
Την ίδια εποχή, μια ακόμη δυστυχία έρχεται να χτυπήσει τους ήδη
ταλαιπωρημένους κατοίκους του νησιού. Το 1760, η Θάσος παραχωρείται με
ενοίκιο και υποχρεώνεται να πληρώνει κεφαλικό φόρο και διάφορους άλλους
φόρους με μεσολαβητή έναν έλληνα κοτσαμπάση που καταπίεζε και τυραννούσε
τους συμπατριώτες του. Το 1770, η ελληνική εξέγερση βρήκε τους Θάσιους
έτοιμους να στασιάσουν. Αιτία ήταν η νίκη του ρώσικου στόλου κατά του
Καπουδάν πασά στο Τσεσμέ, η οποία οδήγησε μια θασιακή επιτροπή σε
συνάντηση με τους υπόλοιπους νησιώτες, για να συγχαρούν όλοι μαζί τους
νικητές. Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς, μια μοίρα του ρώσικου στόλου
κατέπλευσε στη Θάσο για να προστατευθεί η ξυλεία από τα δάση του νησιού
για τον εφοδιασμό των πλοίων. Κατά τα Όρλωφικά (1770) οι Ρώσοι για να
εξασφαλίσουν την ξυλεία για τον στόλο τους «...από Θάσου έκοψαν 17.000
ξύλα (δέντρα)...».
Έπειτα από τέσσερα χρόνια, η τραγική αποτυχία των
Ορλωφικών επιφέρει την αποχώρηση των Ρώσων και η Θάσος ξαναπέφτει στην
τουρκική κυριαρχία. Τότε πλέον, ο Σουλτάνος γίνεται ακόμη πιο
καταπιεστικός και σκληρός με τους Θάσιους. Έπειτα από όλα αυτά, στα τέλη
του 18ου αιώνα, στο νησί έμειναν μόνο 2.500 κάτοικοι, που ζούσαν με το
άγχος των πειρατών.
Αιγυπτιακή κτήση
Το 1813, ο σουλτάνος παραχώρησε τη Θάσο στο βεζίρη της Αιγύπτου
Μεχμέτ Αλή, ως ανταμοιβή. Οι διαθέσεις του βεζίρη απέναντι στους Θάσιους
ήταν καλές, λόγω του ότι γεννήθηκε στην Καβάλα και μεγάλωσε σε ένα
χωριό του νησιού, κοντά σε μια ελληνική οικογένεια.
Άφησε λοιπόν να εγκαθιδρυθεί στο νησί ιδιαίτερο πολίτευμα με κοινοτικές ελευθερίες που κράτησαν ως το 1874. Συγκεκριμένα, επικεφαλής κάθε κοινότητας ήταν ο πρόεδρος των δημογερόντων, ο τσορμπατζής, ο οποίος αναλάμβανε τις ευθύνες απέναντι στις αιγυπτιακές αρχές, στις οποίες τελικά ήταν και υπόλογος. Οι τσορμπατζήδες από όλα τα χωριά μαζευόταν για να εκλέξουν τον μπαχτζορμπατζή, δηλαδή τον πρόεδρο ολόκληρου του νησιού.
http://www.thassos-island.org/el
Άφησε λοιπόν να εγκαθιδρυθεί στο νησί ιδιαίτερο πολίτευμα με κοινοτικές ελευθερίες που κράτησαν ως το 1874. Συγκεκριμένα, επικεφαλής κάθε κοινότητας ήταν ο πρόεδρος των δημογερόντων, ο τσορμπατζής, ο οποίος αναλάμβανε τις ευθύνες απέναντι στις αιγυπτιακές αρχές, στις οποίες τελικά ήταν και υπόλογος. Οι τσορμπατζήδες από όλα τα χωριά μαζευόταν για να εκλέξουν τον μπαχτζορμπατζή, δηλαδή τον πρόεδρο ολόκληρου του νησιού.
http://www.thassos-island.org/el
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου